Φυσική δραστηριότητα, σωματικό βάρος και καρκίνος του μαστού



Δημήτριος Ν. Κορωνάρχης ΜD, FEBS
Χειρουργός Μαστού

Δ/ντής Γ' Κλινικής Μαστού, Ιασώ General

Ο καρκίνος του μαστού είναι η κακοήθης πάθηση που εμφανίζεται συχνότερα στον
γυναικείο πληθυσμό. Ωστόσο δεν αποτελεί και την συχνότερη αιτία θανάτου από κακοήθεια στις
γυναίκες, λόγω των προόδων που έχουν γίνει τόσο στην έγκαιρη διάγνωση όσο και στην
αντιμετώπισή του. Καθώς λοιπόν ολοένα και περισσότερες γυναίκες επιβιώνουν μετά τη μάχη με
τον καρκίνο, είναι σημαντικό να εστιάσουμε γύρω από την ποιότητα της ζωής και το ευ ζην αυτών
των γυναικών. Πολλές μελέτες πλέον δείχνουν ότι στις γυναίκες αυτές, η φυσική δραστηριότητα
βελτιώνει την ποιότητα ζωής, περιορίζει το αίσθημα κόπωσης και ελαττώνει την πιθανότητα
θανάτου τόσο από τον καρκίνο του μαστού όσο και από άλλες αιτίες. Αλλά και στις γυναίκες που
δεν έχουν νοσήσει υπάρχει σταθερή και ισχυρή συσχέτιση μεταξύ φυσικής δραστηριότητας και
ελάττωσης του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού που φθάνει το 10-25%.
Ας δούμε κατ’ αρχάς τι είναι φυσική δραστηριότητα. Είναι κάθε σωματική κίνηση που
προκαλείται από σύσπαση των μυών και έχει ως αποτέλεσμα το ξόδεμα ενέργειας. Η φυσική
δραστηριότητα είναι κριτικής σημασίας συνιστώσα της ενεργειακής ισορροπίας του οργανισμού. Ο
τελευταίος όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει πως το βάρος, η δίαιτα και η φυσική
δραστηριότητα επηρεάζουν την κατάσταση της υγείας, περιλαμβανομένου και του κινδύνου
εμφάνισης κακοηθειών. Η φυσική δραστηριότητα ωφελεί την υγεία μας με πολλούς τρόπους:
συμβάλλει στον έλεγχο του βάρους, την διατήρηση υγιών μυών συνδέσμων και αρθρώσεων
ελαττώνει τον κίνδυνο εμφάνισης υπέρτασης και σακχαρώδους διαβήτη, ελαττώνει τον κίνδυνο
θανάτου από καρδιακές παθήσεις, προκαλεί ψυχική ανάταση και ελαττώνει τον κίνδυνο εμφάνισης
κακοηθειών όπως μαστού και παχέος εντέρου. Πόση φυσική δραστηριότητα όμως χρειάζεται ένας
ενήλικας; Σύμφωνα με το CDC (Centers for Disease Control and Prevention) των ΗΠΑ, χρειάζεται
μέτριας έντασης φυσική δραστηριότητα τουλάχιστον για 30 λεπτά την ημέρα για 5 ημέρες την
εβδομάδα ή περισσότερο, όπως για παράδειγμα περπάτημα 5-7χ/ω, ποδήλατο 7-15χ/ω, χοροί
μοντέρνοι ή παραδοσιακοί, aerobics, yoga, πιγκ πογκ, γκολφ, γυμναστική με ελεύθερα βάρη και
τροχαλίες, αργή κατάβαση πλαγιάς στο σκι, χαλαρή κολύμβηση, τέννις διπλό αλλά και καθημερινές
οικιακές δραστηριότητες, παιχνίδι με παιδιά, επισκευές στο σπίτι, πλύσιμο αυτοκινήτου, κυνήγι κ.
ά. Εναλλακτικά μπορεί να έχει υψηλής έντασης φυσική δραστηριότητα τουλάχιστον για 20 λεπτά
για 3 φορές την εβδομάδα ή περισσότερο π.χ. βάδην>7χ/ω, τρέξιμο, jogging, ποδήλατο>15χ/ω,
ανάβαση λόφου, αναρρίχηση βουνού, aerobics υψηλής έντασης, καράτε, judo, γυμναστική με βάρη,
τέννις μονό, beach volley κολύμβηση με ρυθμό, βαρειές οικιακές εργασίες, κ. ά.
Οι κύριοι βιολογικοί μηχανισμοί με τους οποίους σχετίζεται ο καρκίνος του μαστού στην
εμμηνόπαυση είναι η αύξηση του σωματικού λίπους, οι ενδογενείς ορμόνες (οιστρογόνα
ανδρογόνα), η αντίσταση στην ινσουλίνη και η χρόνια χαμηλού βαθμού φλεγμονή. Επίσης άλλοι
πιθανώς σημαντικοί μηχανισμοί περιλαμβάνουν: διαταραχές του DNA, την λειτουργία του
ανοσοποιητικού και τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D. Η φυσική δραστηριότητα ελαττώνει τα
επίπεδα των κυκλοφορούντων ορμονών ειδικά στις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, ελαττώνει τα
επίπεδα ινσουλίνης και IGF-I (Insulin Growth Factor I), βελτιώνει την ανοσιακή απάντηση και
συμβάλλει στην διατήρηση ενός καλού επιπέδου βάρους και στην αποφυγή συσσώρευσης λίπους.
Πολλές μελέτες δείχνουν ότι η φυσική δραστηριότητα ελαττώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου
του μαστού. Τα αποτελέσματα είναι καλύτερα για γυναίκες που ξεκινούν να ασκούνται από την
εφηβική ηλικία και συνεχίζουν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής, ενώ διατηρούν ένα κανονικό
σωματικό βάρος. Αυτό που δεν έχει όμως αποσαφηνιστεί είναι το είδος, η συχνότητα και η ένταση
της δραστηριότητας που παρέχει το μεγαλύτερο όφελος. Αν και οι περισσότεροι συγγραφείς
συνιστούν 150 λεπτά την εβδομάδα περπάτημα με κανονικό βήμα, το θέμα εξακολουθεί να είναι
υπό διερεύνηση. Πολλές μελέτες έχουν γίνει επίσης για να ερευνήσουν τα αποτελέσματα της
φυσικής άσκησης σε ασθενείς που διαγνώστηκαν με καρκίνο του μαστού. Υπάρχει πλέον απόδειξη
ότι η άσκηση βελτιώνει τη θνητότητα, τη νοσηρότητα την ποιότητα ζωής, την φυσιολογική
λειτουργία, τη μυϊκή δύναμη και την συναισθηματική ευημερία. Με βάση επομένως επιστημονικά
δεδομένα οι ασθενείς με καρκίνο του μαστού θα πρέπει να ενθαρρύνονται να συμμετέχουν σε
προγράμματα αποκατάστασης που περιλαμβάνουν αεροβικές ασκήσεις και ασκήσεις
ενδυνάμωσης. Ωστόσο πρέπει να τονιστεί ότι η αλλαγή προς έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής (lifestyle)
αποτελεί μία συμπληρωματική παρέμβαση και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αντικαταστάσει
την κύρια θεραπεία της νόσου (χειρουργική, φαρμακευτική, ακτινοβολία).
Το σωματικό βάρος επίσης έχει συσχετιστεί με τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του
μαστού. Υπάρχουν πλέον πειστικά επιδημιολογικά δεδομένα ότι το σωματικό λίπος και πιθανότατα
και η αύξηση του βάρους στην ενήλικη ζωή σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου
του μαστού στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Ο δείκτης σωματικής μάζας (Body Mass Index
BMI) είναι ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος για να υπολογίσουμε την ποσότητα λίπους σε ενήλικες
ανθρώπους και να τους κατατάξουμε σε κατηγορίες ανάλογα με το αποτέλεσμα. Προκύπτει από την
διαίρεση του βάρους του σώματος (σε κιλά) δια του τετραγώνου του ύψους (σε μέτρα). Έτσι για
παράδειγμα ένας άνθρωπος 80 κιλών και ύψους 1.70 μέτρα έχει ΒΜΙ: 80/(1.70*1.70)
=27.68. Άνθρωποι με ΒΜΙ μεταξύ 18.5 και 24.9 θεωρούνται κανονικού βάρους, μεταξύ 25 και 29.9 υπέρβαροι και από
30 και πάνω παχύσαρκοι. Σε μια ανασκόπηση μελετών φάνηκε ότι για κάθε 5kg/m2 αύξηση του
δείκτη σωματικής μάζας (ΒΜΙ) αυξάνεται και ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του μαστού μετά την
εμμηνόπαυση, κατά 12% περίπου. Επιπροσθέτως μετά από μια διάγνωση καρκίνου του μαστού τα
ποσοστά επιβίωσης πέφτουν έως και 30% καθώς ο ΒΜΙ αυξάνεται. Στις προ-εμμηνοπαυσιακές
γυναίκες δεν υπάρχει σαφής συσχέτιση μεταξύ ΒΜΙ και κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού.
Ο λιπώδης ιστός δεν είναι απλά μια αποθήκη λίπους αλλά ένα όργανο που παράγει ορμόνες και
άλλες ουσίες όπως οι κυτοκίνες που έχουν ποικίλες δράσεις στο σώμα. Όσον αφορά τους
βιολογικούς μηχανισμούς που συσχετίζουν την παχυσαρκία με τον καρκίνο του μαστού, οι έρευνες
εστιάζουν σε τρείς τομείς: τις ενδογενείς ορμόνες του φύλου (οιστρογόνα αλλά και ανδρογόνα), τον
άξονα ινσουλίνης και IGF (Insulin Growth Factor) και μια ομάδα πρωτεϊνών, τις κυτοκίνες του
λίπους.
Τα υψηλά επίπεδα ενδογενών οιστρογόνων στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες έχουν
σταθερά συσχετιστεί με τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού. Τα επίπεδα αυτών των
ορμονών είναι συνήθως υψηλότερα στις παχύσαρκες γυναίκες πιθανότατα λόγω της δράσης του
ενζύμου αρωματάση στον λιπώδη ιστό. Αλλά και τα υψηλότερα επίπεδα ανδρογόνων που συχνά
παρατηρούνται στην παχυσαρκία έχουν σχετιστεί με τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού
μετεμμηνοπαυσιακά. Αυτό πιθανότατα συμβαίνει λόγω μετατροπής των ανδρογόνων σε
οιστρογόνα, με τη δράση του ενζύμου αρωματάση στον λιπώδη ιστό.
Οι παχύσαρκες γυναίκες έχουν υψηλά ποσοστά διαταραχών του μεταβολισμού της γλυκόζης
και σακχαρώδους διαβήτη που συχνά συνοδεύονται από υψηλά επίπεδα ινσουλίνης. Η ινσουλίνη
εκτός από τη γνωστή δράση της στον μεταβολισμό της γλυκόζης, είναι ένας σημαντικός αυξητικός
παράγοντας με δράση σε πολλούς ιστούς του σώματος, ενώ παίζει σημαντικό ρόλο στην
φυσιολογική οργανογένεση (σχηματισμός των οργάνων στο έμβρυο). Η δομή της ινσουλίνης
μοιάζει πολύ με τον αυξητικό παράγοντα ΙGF-I με τον οποίο έχουν κατά 40% όμοια αλληλουχία
αμινοξέων. Ο IGF-I είναι ο κύριος μεσολαβητής μέσω του οποίου ασκεί την δράση της η αυξητική
ορμόνη. Ινσουλίνη και IGF-I έχουν επίσης μιτογόνο και αντι-αποπτωτική δράση δηλαδή ευνοούν
την δημιουργία και διατήρηση καρκινικών κυττάρων. Καρκίνοι του μαστού έχουν σε υψηλά
ποσοστά υποδοχείς για την ινσουλίνη. Η υπερινσουλιναιμία επομένως προάγει την επιβίωση των
καρκινικών κυττάρων του μαστού. Ο διαβήτης σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης
καρκίνου του μαστού αλλά όχι σε όλες τις μελέτες και αυτό μπορεί να οφείλεται είτε στην πτώση
των επιπέδων ινσουλίνης στον προχωρημένο διαβήτη είτε στην χρήση αντιδιαβητικών δισκίων
όπως η μετφορμίνη. Το φάρμακο αυτό δρα εμποδίζοντας την σύνθεση της γλυκόζης στο ήπαρ και
ελαττώνει τα επίπεδα ινσουλίνης. Η πιθανή αντικαρκινική του δράση αποτελεί αντικείμενο
συνεχιζόμενης έρευνας.
Όσον αφορά τις κυτοκίνες, η λεπτίνη και η λιπονεκτίνη είναι αυτές που έχουν μελετηθεί πιο
εντατικά σε σχέση με τον καρκίνο. Παχύσαρκα άτομα έχουν την τάση να έχουν υψηλότερα επίπεδα
λεπτίνης η οποία ευνοεί την δημιουργία και διατήρηση καρκινικών κυττάρων. Αντιθέτως έχουν
χαμηλότερα επίπεδα λιπονεκτίνης, η οποία έχει αντιμιτωτική και προ-αποπτωτική δράση που δεν
ευνοεί την δημιουργία καρκινικών κυττάρων.
Δεδομένου ότι η παχυσαρκία είναι μια σαφώς τροποποιήσιμη κατάσταση, παρεμβάσεις που
στοχεύουν στην μεταβολή συγκεκριμένων διαιτητικών συνηθειών, ειδικά όταν συνοδεύονται από
συνολική αλλαγή του καθιστικού τρόπου ζωής προς έναν πιο ενεργητικό και δραστήριο, αποτελούν
μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να ελαττωθεί ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του μαστού αλλά και να
βελτιωθεί η πρόγνωση όσων έχουν ήδη νοσήσει. Απλά μέτρα που μπορούν να ελαττώσουν τον
κίνδυνο εμφάνισης κακοηθειών είναι η διατήρηση ενός σταθερού υγιούς σωματικού βάρους, η
συμμετοχή σε φυσικές δραστηριότητες και ο περιορισμός της καθιστικής συμπεριφοράς, η
διατροφή πλούσια σε φυτικές ίνες και περιορισμένη σε κόκκινο κρέας και λίπη και τέλος ο
περιορισμός των αλκοολούχων ποτών.


Βιβλιογραφικές αναφορές
1. The Influence of Energetic Factors on Biomarkers of Postmenopausal Breast Cancer Risk.
Heather K. Neilson et al. Curr Nutr Rep. 2014; 3(1): 22–34
2. Obesity and Its Impact on Breast Cancer: Tumor Incidence, Recurrence, Survival, and
Possible Interventions. Ligibel JA, Strickler HD. ASCO University. 2013 Educational Book
3. The Inflammatory Syndrome: The Role of Adipose Tissue Cytokines in Metabolic Disorders
Linked to Obesity. Brent E. Wisse. JASN, 2004 Nov 15;(11): 2792-2800
4. Exercise in patients coping with breast cancer: An overview. Eyigor S, Kanyilmaz S. World
J Clin Oncol. 2014 Aug 10;5(3):406-11

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.